Αναγνωρίστηκαν ακόμα 24 χωριά ως μαρτυρικά σε Σοκαρά Μυλοποτάμου και Γορτυνίας της Κρήτης, σε μια ιστορική απόφαση δικαίωσης για τα θύματα.
Αβδού Μυλοποτάμου και Σοκαράς Γορτυνίας, δύο ακόμα μαρτυρικά χωριά της Κρήτης με μεγάλη, ανείπωτη, ιστορική και ανθρώπινη προσφορά στο αίμα και στον αγώνα για την ελευθερία, προστίθενται στη λίστα των αναγνωρισμένων από το ελληνικό κράτος.
Η απόφαση αυτή αποτελεί ιστορική δικαίωση απέναντι στις εκατοντάδες ψυχές που χάθηκαν από τα χέρια των κατακτητών κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, την περίοδο 1941-1944.
Η σχετική απόφαση που δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ στις 8 Αυγούστου, η οποία αφορά επίσης και δεκάδες άλλα χωριά της Ελλάδας, έρχεται ως ελάχιστος φόρος τιμής στην τοπική κοινωνία.
«Πρόκειται για μια ιστορική δικαίωση» δηλώνει στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής ο πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Σοκαρά, Μανώλης Λαμπρινάκης, που εδώ και πολλά χρόνια πάλευε για την αναγνώριση. «Οι μανάδες μας έλεγαν ότι οι Γερμανοί όταν μπήκαν στο χωριό τούς έκαψαν και τους έσφαξαν. Σήμερα, ήρθε η ώρα της ταφής των ηρώων μας. Θα χαίρονται και θα αγαλλιούνται. Για εμάς, τους απογόνους τους, είναι μια μέρα δικαίωσης και αναγνώρισης της θυσίας τους».
Στο μνημείο του Γουρνιανού, όπου έχουν γραφτεί τα ονόματα όσων εκτελέστηκαν, αναγράφεται: «Μαρτυρικό χωριό Σοκαράς, τόπος θυσίας και αίματος. Στην κατοχή, 13-14 Αυγούστου 1944, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 27 άνδρες. Αδικοχαμένες ψυχές, κορμιά και σκελετοί. Σήμερα, η πολιτεία αναγνωρίζει τη θυσία και την ιστορική σημασία των χρόνων μνήμης. Και έτσι, θα πάω να δω πώς κοιμούνται».
Ο γέροντας Γιώργος Μιχελουδάκης, 85 ετών σήμερα, αφηγείται τα γεγονότα όπως τα έζησε. «Ήμουν 5,5 χρονών, όταν στις 27 Αυγούστου του 1944, οι Γερμανοί μπήκαν στο Αβδού και έκαψαν τα σπίτια. Το δικό μας το έκαψαν. Μας πήραν ό,τι είχαμε και δεν είχαμε. Οι Γερμανοί φώναζαν, μας έβριζαν και μας απειλούσαν. Οι άντρες κρύβονταν στα βουνά. Ο πατέρας μου είχε φύγει. Εμείς τα παιδιά μείναμε με τις μανάδες μας. Οι γυναίκες δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Μόνο έκλαιγαν. Ο παππούς μου έλεγε “κάντε κουράγιο”. Αυτές τις στιγμές δεν θα τις ξεχάσω ποτέ, όσο ζω. Το σπίτι μας το ξαναφτιάξαμε μετά τον πόλεμο. Έχουμε όμως ακόμα τις πληγές μέσα μας.
Θρήνος στον Σκοπό
Χαρακτηριστικές είναι και οι περιγραφές για το ολοκαύτωμα του Σκοπού (28 Αυγούστου 1944). Ο Μιχελουδάκης θυμάται: «Στον Σκοπό οι Γερμανοί μάζεψαν τον κόσμο στην πλατεία και έκαψαν τα σπίτια. Όσοι αντιστάθηκαν εκτελέστηκαν. Η μάνα μου πήγε και βρήκε έναν ξάδελφό της νεκρό. Ήταν μαχαιρωμένος.
Ο πατέρας μου κρύφτηκε. Ήταν βουνίσιος, τον έσωσε το βουνό». Το Π.Δ. Τσουχλίδη Ανάμεσα στα θύματα του ολοκαυτώματος ήταν και ο ιερέας του χωριού, ο παπάς-Δημήτρης Τσουχλίδης, ο οποίος εκτελέστηκε στις 28 Αυγούστου. Η φράση στο κέντρο «Στο χωριό όλα τα κοπέλια τα βάλαν […] Βρήκα ένα κοπέλι τότε, φίλο μου. Βογκούσε και του ’δωσα από το πολυβόλο νερό. Από τη χαρά δεν έχω πάθει στη ζωή μου τίποτα πιο μεγάλο απ’ αυτό που ένιωσα τότε».