Καταπέλτης ήταν η εισαγγελέας, Βασιλική Δημοπούλου, στην υπόθεση της Κυριακής Γρίβα, ζητώντας την ενοχή του κατηγορουμένου για ανθρωποκτονία με πρόθεση, μιλώντας για «αιφνιδιαστική επίθεση» σε ένα έγκλημα που ήταν προμελετημένο και όπως τόνισε τελέσθηκε «ψύχραιμα, μεθοδικά και με νηφαλιότητα». Απέρριψε δε τον ισχυρισμό του για μειωμένο καταλογισμό λόγω ψυχιατρικών προβλημάτων.
Με την μητέρα της Κυριακής Γρίβα να κλαίει, η εισαγγελική λειτουργός αναφέρθηκε σε «ακραία βία» κατά της νεαρής γυναίκας, υπογραμμίζοντας πώς «έφτασε στο σημείο να της σπάσει και τα οστά της» ενώ επεσήμανε πως «τα χτυπήματα ήταν στοχευμένα και η πράξη αποφασισμένη».
“Η Κυριακή ήταν ένα κορίτσι με όνειρα.”
Η εισαγγελέας έκανε εκτενή αναφορά στην σχέση της Κυριακή με τον δράστη και στην ποιότητα της ψυχής της Κυριακής. «Η Κυριακή είχε ταλέντα, όνειρα, ήταν καλοσυνάτη και μεγάλωσε σε ένα καλο οικογενειακό περιβάλλον. Όταν γνώρισε τον κατηγορουμένου τον ερωτεύτηκε.Η σχέση τους έληξε λίγο πριν την δολοφονία εξαιτίας της κακοποιητικής του συμπεριφοράς.
Το θύμα είχε εκμυστηρευτεί στην μητέρα της ότι περνούσα δύσκολα και είχε βίαια ξεσπάσματα. Η κακοποίηση κλιμακώθηκε σε σημείο που έφτασε μάλιστα να μην αφήνει καθόλου χρήματα στην Κυριακή και να ζει εις βάρος της. Μάλιστα κατατέθηκε στο δικαστήριο ότι ο κατηγορούμενος επιδίωκε να ζει από επιδόματα. Τα βίαια περιστατικά που κατατέθηκαν για τον κατηγορούμενο είναι πολλά.»
Ο κατηγορουμένους είναι ένα χειριστικό άτομο.
«Ζηλεύει την Κυριακή, ζηλεύει αρρωστημένα, και προσπαθεί να την αποκόψει από το οικογενειακό της περιβάλλον το οποίο πέτυχε. Μάλιστα έλεγχε το τηλέφωνο της και τι κινήσεις της.» «Η Κυριακή είχε την ψεύτικη ελπίδα ότι μπορούσε να τον αλλάξει και αυτό πήγαζε από την ευγενική ψυχή της Κυριακής. Όταν ήταν έγκυος του υπέβαλε μήνυση για βιασμό και η ίδια το ανακάλεσε, με αποτέλεσμα την απαλλαγή του κατηγορούμενου.»
Η μητέρα της Κυριακής άκουγε την εισαγγελική πρόταση κλαίγοντας διαρκώς.
Η εισαγγελέας επεσήμανε πως όλοι οι μάρτυρες έκαναν λόγο για περιστατικά κακοποίησης, αλλά και για κατανάλωση αλκοόλ και ουσιών από τον κατηγορούμενο, στοιχεία που ενίσχυαν τη βίαιη συμπεριφορά του. Όπως ειπώθηκε στη δίκη, ο 40χρονος ασκούσε απόλυτο έλεγχο στην Κυριακή – την παρακολουθούσε συνεχώς και τη χειραγωγούσε. Η αδελφή της 28χρονης είχε παρατηρήσει σημάδια στο πρόσωπό της από χτυπήματα, ενώ περιέγραψε και περιστατικό όπου ο κατηγορούμενος της επιτέθηκε επειδή είχε βγει να διασκεδάσει χωρίς αυτόν.
Ιδιαίτερη συγκίνηση προκάλεσε η ανάγνωση αποσπάσματος από προσωπική επιστολή της Κυριακής, γραμμένη σε ένα ροζ τετράδιο. Η εισαγγελέας διάβασε:
«Ήθελα να ζήσουμε πολλά μαζί, αλλά δεν αντέχω άλλο σε αυτή τη σχέση. Έδωσα ό,τι είχα, αλλά δεν αντέχω άλλο. Προσπαθούσα να σε θέλω, να σε αγαπάω, να μη σε φοβάμαι. Σε ενδιαφέρει αν θα βάλω φούστα ή τζιν; Αν αργήσω με το λεωφορείο; Θέλεις να τα θεωρώ αυτά φυσιολογικά… Δεν θέλω κάποιον που με την πρώτη ευκαιρία βρίζει, φωνάζει και σπάει πράγματα. Ήθελα πολύ να αλλάξεις… Δεν ξέρω αν θα αλλάξεις στο μέλλον, αλλά εγώ δεν θα είμαι εκεί για να το δω». Η εισαγγελέας ολοκλήρωσε τη συγκλονιστική ανάγνωση με τη φράση: «Και δεν ήταν. Αυτή είναι η τραγική ειρωνεία».
Στην συνέχεια η εισαγγελική λειτουργός έκανε εκτενή αναφορά στα γεγονότα της μοιραίας ημέρας. « Τα τελευταία δύο λεπτά της ζωής της Κυριακής, το θύμα μιλούσε με το 100 και δέχεται μια πισώπλατη επίθεση. Προφανώς την είχε παρακολουθήσει, έπεσε πάνω της με ορμή, και της κατάφερε αλλεπάλληλα πλήγματα.»