Η Κύπρος θα είναι η πρώτη χώρα που θα αγοράσει μέρος από τα 40 εκατ. τόνους έξτρα δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων που διαθέτει η Ελλάδα.
Μάλιστα, το επιτελείο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) βρισκόταν σε προχωρημένες συζητήσεις με τις αρμόδιες κυπριακές αρχές ήδη από τα τέλη του 2024, επί των ημερών του τέως υπουργού Ενέργειας κ. Θόδωρου Σκυλακάκη, οι οποίες συνεχίστηκαν υπό τον νυν υπουργό κ. Σταύρο Παπασταύρο. Ενδιαφέρον, σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν επίσης εκδηλώσει η Σουηδία και η Νορβηγία ενώ διερευνητικές ήταν οι επαφές με Γερμανία και Ιταλία.
Μάλιστα, χθες ο Γενικός Διευθυντής Περιβαλλοντικής Πολιτικής του ΥΠΕΝ κ. Κωνσταντίνος Δημόπουλος απήυθυνε πρόσκληση σε τρεις εταιρείες – Ernst & Young, IPPC και Envirometrics – να υποβάλλουν την προσφορά τους έως τις 30 του μηνός. Ο ανάδοχος που θα προκύψει θα αναλάβει την ανάπτυξη μεθοδολογίας για τον προσδιορισμό της τιμολόγησης των δικαιωμάτων εκπομπών στο πλαίσιο της διμερούς συμφωνίας Ελλάδας – Κύπρου που στη συνέχεια θα αποτελέσει «μπούσουλα» και για ανάλογες συμφωνίες με άλλα κράτη μέλη της ΕΕ.
Η χώρα μας μπορεί να βάλει στα κρατικά ταμεία πάνω από 3 δισ. ευρώ ενώ εάν οι προβλέψεις επαληθευτούν τα έσοδα ενδέχεται να φτάσουν και τα 5 δισ. ευρώ.
Σήμερα, η τιμή είναι περίπου στα 76 ευρώ ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ωστόσο η πορεία της, από τα τέλη του 2021 κι έπειτα, είναι διαρκώς ανοδική με τις προβλέψεις των ξένων εκτιμητών να υπολογίζουν ότι θα πολλαπλασιαστεί. Πρόσφατη μελέτη της ευρωπαϊκής ομάδας συμβούλων για καθαρές μεταφορές και ενέργεια, της T&E, υπολόγιζε ότι θα φτάσει στα 129 ευρώ ανά τόνο έως το 2030.
Από 3 έως 5 δισ. ευρώ τα έσοδα
Το ζητούμενο για τον ανάδοχο που θα προκύψει από την πρόσκληση του ΥΠΕΝ στα τέλη του μήνα είναι να προσδιορίσει την τιμή στην οποία μπορούν να διατεθούν οι περίπου 40 εκατ. τόνοι έξτρα δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων που διαθέτει η Ελλάδα. Ακόμη και με σημερινές τιμές η χώρα μας μπορεί να βάλει στα κρατικά ταμεία πάνω από 3 δισ. ευρώ ενώ εάν οι προβλέψεις επαληθευτούν τα έσοδα ενδέχεται να φτάσουν και τα 5 δισ. ευρώ.

Χάρη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας η Ελλάδα έχει πλεόνασμα δικαιωμάτων εκπομπής άνθρακα (Reuters)
Σε έναν μήνα από την υπογραφή της σύμβασης με τον ανάδοχο θα παραδοθεί στο ΥΠΕΝ η έκθεση διερεύνησης σχετικά με την εκτίμηση τιμής πώλησης δικαιωμάτων βάσει της διεθνούς βιβλιογραφίας, των στοιχείων κόστους ανά μείωση εκπομπών για διάφορα έργα σε Ελλάδα και Κύπρο και άλλων στοιχείων που αναμένεται να ληφθούν υπόψη για την ανάπτυξη του υπολογιστικού εργαλείου. Σε τρεις μήνες από την υπογραφή της σύμβασης – εάν δεν υπάρξουν ενστάσεις περί τα μέσα του φθινοπώρου – θα παραδοθεί η έκθεση με το μεθοδολογικό πλαίσιο, τους παράγοντες τιμολόγησης, τις παραδοχές και τα στοιχεία της μεθοδολογίας καθώς και τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από την εφαρμογή του υπολογιστικού εργαλείου σχετικά με το εύρος τιμής πώλησης δικαιωμάτων.
Ο κανονισμός και η συμφωνία με την Κύπρο
O ευρωπαϊκός κανονισμός 2018/842 (Effort Sharing regulation -ESR) έχει θέσει για κάθε κράτος-μέλος στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για πέντε τομείς: μεταφορές (εκτός των αεροπορικών), κτίρια, μικρές βιομηχανικές μονάδες, απόβλητα και γεωργία. Ο συνολικός στόχος για την ΕΕ είναι -40% έως το 2030 (σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2005) και στους πέντε τομείς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (European Union Emissions Trading System, EU ETS).
Για το χρονικό διάστημα 2021 – 2030 έχουν προσδιοριστεί για κάθε κράτος –μέλος οι μέγιστες επιτρεπόμενες εκπομπές ανά έτος. Για την επίτευξή τους προβλέπονται διάφοροι μηχανισμοί ευελιξίας π.χ. δανεισμός δικαιωμάτων από ένα έτος σε άλλο, αποταμίευση για τα επόμενα έτη ή μεταβίβαση δικαιωμάτων από ένα κράτος μέλος σε άλλο.
Για την Ελλάδα επειδή οι στόχοι θα επιτευχθούν – κυρίως εξαιτίας της μεγάλης διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο ενεργειακό μείγμα – είναι δυνατή η πώληση δικαιωμάτων πλεονασματικών εκπομπών σε άλλες χώρες. Στο πλαίσιο αυτό η Κύπρος ενδιαφέρεται για την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών από την Ελλάδα προκειμένου να πετύχει τους στόχους της για μείωση των εκπομπών της. Οι πόροι που θα προέλθουν από την πώληση δικαιωμάτων θα χρησιμοποιηθούν για έργα στους τομείς της διαχείρισης αποβλήτων, των μεταφορών, της γεωργίας και άλλα.
Ενδιαφέρον από σκανδιναβικές και άλλες χώρες
Άλλες χώρες που έχουν εκδηλώσει στο επιτελείο του ΥΠΕΝ το ενδιαφέρον τους να αγοράσουν δικαιώματα εκπομπών ρύπων είναι η Σουηδία και η Νορβηγία. Επίσης, πωλητές αναζητούν επίσης η Γερμανία και η Ιταλία, χώρες που δύσκολα θα πιάσουν τους «πράσινους» στόχους τους έως το 2030.
Σύμφωνα με τη μελέτη της T&E, 12 κράτη μέλη της ΕΕ εκτιμάται ότι δεν θα επιτύχουν τους κλιματικούς στόχους τους για το 2030 και αναγκαστικά θα οδηγηθούν στην εξαγορά πιστώσεων άνθρακα ενώ άλλα επτά ενδέχεται να μην προλάβουν να πιάσουν τους στόχους. Άρα απομένουν μόλις οκτώ κράτη το οποία θα έχουν πλεόνασμα πιστώσεων άνθρακα, εκ των οποίων μόνο τρία – η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πολωνία – θα έχουν σημαντικές έξτρα ποσότητες δικαιωμάτων εκπομπών προς πώληση. Συνολικά, οι έξτρα πιστώσεις άνθρακα που μπορούν να πωλήσουν και οι οκτώ χώρες είναι περίπου στα 246 εκατ. εκ των οποίων περί τα 40 εκατ. ανήκουν στην Ελλάδα.
Πηγή: OT.gr